Οἱ ἱστορίες γιά τόν κόσμο γύρω του μέσα ἀπό τά μάτια τοῦ μικροῦ πρωταγωνιστῆ Βασίλη. Γιά μικρά καί μεγαλύτερα παιδιά, ἀλλά καί γιά μεγαλύτερους σέ ἡλικία!
Τό πρῶτο παιδικό βιβλίο πού ἐκδίδουμε. Εἶναι εἰκονογραφημένο μέ ὡραίες ἔγχρωμες ζωγραφιές καί εἶναι βιβλιοδετημένο μέ σκληρό ἐξώφυλλο.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ
Ἡ παράξενη εἰκόνα
Ἄ, ναί! Τώρα πού εἶπα «ὅλα τά βλέπεις κι ὅλα τ᾿ ἀκοῦς», θυμᾶμαι πώς κάποια μέρα πῆγε στήν πόλη ἡ καλή μας ἡ μητέρα καί μᾶς ἔφερε μιά παράξενη εἰκόνα. Μαζευτήκαμε τότε γύρω της νά δοῦμε τήν εἰκόνα καί νά μᾶς τήν ἐξηγήσει, μά ἐκείνη μᾶς εἶπε:
- Πᾶτε πρῶτα νά τελειώσετε τά μαθήματά σας καί μετά τό βραδινό φαγητό θά σᾶς τήν ἐξηγήσουμε.
Τό βράδυ, μόλις φάγαμε ὅλοι μαζί καί μετά τή σύντομη προσευχή τοῦ φαγητοῦ, μαζευτήκαμε γεμάτοι περιέργεια γύρω στή μητέρα. Ὁ πατέρας παρακολουθοῦσε.
- Τί βλέπεις στήν εἰκόνα, Σοφούλα; ρώτησε ἡ μητέρα· κι ἐκείνη, πού εἶναι θαρραλέα καί ζωηρούλα, τῆς ἀπάντησε:
- Ἕνα μάτι, ἕνα χέρι κι ἕνα αὐτί! Τί περίεργη εἰκόνα εἶναι αὐτή;
Τό εἶπε αὐτό, γιατί πάει στό νήπιο καί δέν ξέρει νά διαβάζει. Ἐγώ ὅμως, πού πάω τρίτη Δημοτικοῦ, πρόσεξα πώς κάτω ἀπό τό αὐτί, τό χέρι καί τό μάτι ἦταν γραμμένο κάτι. Μέ πρόλαβε ὅμως ὁ Γιάννης (πού πάει στήν τετάρτη) καί εἶπε ὑποτιμητικά στή Σοφούλα:
- Ἐσύ, κυρά μου, δέν ξέρεις ἀκόμη γράμματα. Κάτω ἀπό τό μάτι λέει: «ΟΛΑ ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ».
Τότε ξαφνικά ρωτάει ὁ πατέρας :
- Μά ὑπάρχει κανένα μάτι πού μπορεῑ νά τά βλέπει ὅλα;
- Ναί, ἀπάντησε ὁ Φώτης, ὁ μεγάλος μας, τό μάτι τοῦ Θεοῦ.
- Ναί, ναί ! συμφωνήσαμε ὅλοι.
Ὅμως ἡ μητέρα ξαναρωτάει :
- Μπορεῖ νά βλέπει κι αὐτά πού κάνουμε κρυφά;
- Ναί, ἀπαντήσαμε.
- Κι ἄν ἕνας κρυφτεῖ στό ὑπόγειο, τόν βλέπει;
- Τόν βλέπει! Φωνάξαμε.
- Κι ἄν εἶναι μόνος του μέσα στό πιό πυκνό δάσος;
- Ναί, καί πάλι τόν βλέπει!
- Ἔ, μή μοῦ πεῑτε πώς βλέπει ἀκόμη κι ὅταν εἶναι νύχτα, σκοτάδι, πίσσα!
- Τό μάτι τοῦ Θεοῦ τά βλέπει ὅλα, παντοῦ καί πάντοτε, εἶπε μέ βεβαιότητα ὁ Φώτης, πού τόν ἀναγνωρίζουμε ὅλοι σάν ἀναμφισβήτητο ἀρχηγό.
- Μπράβο, Φώτη! πετάχτηκε ἀπό τή γωνιά της ἡ γιαγιά-δασκάλα, πού ξέχασα νά πῶ πώς ἔπλεκε καθισμένη παράμερα στήν πολυθρόνα της. Ὅταν μεγαλώσεις, μπορεῖς αὐτό πού εἶπες, νά τό διαβάσεις σ’ ἕνα θαυμάσιο ἀπόφθεγμα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, στή Σοφία Σειράχ (23, 19)· «...ὀφθαλμοί Κυρίου μυριοπλασίως ἡλίου φωτεινότεροι, ἐπιβλέποντες πάσας ὁδούς ἀνθρώπων καί κατανοοῦντες εἰς ἀπόκρυφα μέρη». Αὐτό σημαίνει ὅτι τά μάτια τοῦ Θεοῦ εἶναι μυριάδες φορές φωτεινότερα ἀπό τόν ἥλιο, παρακολουθοῦν ὅλους τούς ἀνθρώπους καί βλέπουν σέ ποιό δρόμο βαδίζει καθένας ἀκόμη καί στά πιό ἀπόκρυφα μέρη.
Καί τώρα λέγοντας αὐτό, θυμήθηκα μιά πολύ παλιά ἱστορία πού, ἄν θέλετε, θά σᾶς τήν πῶ...
- Πές την, πές την γιαγιά! φωνάξαμε ἀμέσως ὅλα τά παιδιά...